Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός!
Την Αγία και Μεγάλη Κυριακή του Πάσχα, «αυτήν την ζωηφόρον Ανάστασιν εορτάζομεν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού», σύμφωνα με το ιερό συναξάρι της πανηγυρικής ακολουθίας της Αναστάσεως, σκιρτώντας από ουράνια αγαλλίαση, για το πλέον χαρμόσυνο, το πλέον ελπιδοφόρο, το πλέον κοσμοσωτήριο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας: το «Πάσχα Χριστού το σωτήριον»!
Ο πιστός και ευλογημένος λαός του Θεού, βιώνοντας αισθητά – ανεπαίσθητα το αναστάσιμο φως, ονομάζει την εορτή του Πάσχα «Λαμπρή», χρησιμοποιώντας αυτό το επίθετο για να της προσδώσει τον χαρακτήρα της περίλαμπρης ημέρας, ως «όντως ιερά καί πανέορτος, αύτη η σωτήριος, νύξ καί φωταυγής, τής λαμπροφόρου ημέρας, της Εγέρσεως».
Μιας ημέρας, κατά την οποία ακτινοβολεί το ουράνιο και ανέσπερο φως της Αναστάσεως και αντανακλάται σε κάθε αγαθή και δεκτική του φωτός καρδιά, εξαφανίζοντας κάθε ίχνος σκοτεινότητας και σκιάς!
Μια ημέρα η οποία πλημμυρίζει από μυστικό, αλλά υπαρκτό εκτυφλωτικό φως, ολόκληρη τη δημιουργία, από τα απειροελάχιστα υλικά στοιχεία, ως τους επέκεινα γιγάντιους ουράνιους αστρικούς σχηματισμούς!
Μια ημέρα, η οποία δεν είναι σαν τις άλλες, αλλά είναι η «Ογδόη Ημέρα», νοούμενη πέρα από τον αισθητό χρόνο, ως απαρχή της αιωνιότητας, ως «αιωνίου απαρχή», ως προάγγελος και πρόγευση της «ανεσπέρου ημέρας της βασιλείας» του Θεού, «ούσα προάγγελος, εν ή το άχρονον φώς, εκ τάφου σωματικώς πάσιν επέλαμψεν»!
Αυτήν την ουράνια λαμπρότητα του αναστάσιμου ανέσπερου φωτός εκφράζει με ακρίβεια και άφθαστο λυρισμό, ο ιερός και θεσπέσιος υμνογράφος του Όρθρου της Αναστάσεως, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (+749).
Με το θεόσδοτο ταλέντο του μεταστοιχείωσε, σε ποιητικό και υμνογραφικό λόγο, τον μελίρρυτο «Λόγον εις το Άγιον Πάσχα», του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, συνθέτοντας τον περίφημο Κανόνα της Αναστάσεως, τον γνωστό μας «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί…», το κορυφαίο υμνολογικό ποίημα της Εκκλησίας μας, με τις βαθύτατες θεολογικές του έννοιες και σωτηριολογικές προεκτάσεις, μια από τις θαμαστότερες ποιητικές συνθέσεις της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Σε αυτήν την καταπληκτική υμνολογική σύνθεση εξυμνείται το μέγα, θαυμαστό και ανερμήνευτο γεγονός της εκ νεκρών αναστάσεως του Ζωοδότη Χριστού και προβάλλεται πανηγυρικότατα ο σωτηριολογικός του χαρακτήρας.
Ο ιερός υμνογράφος συμπυκνώνει το υπέρτατο νόημα της μεγάλης εορτής στον στίχο: «θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν Άδου την καθαίρεσιν»! Ο Λυτρωτής μας Χριστός, με το δικό Του θάνατο, θανάτωσε το δικό μας θάνατο, «θανάτω θάνατον πατήσας»! Με τη δική Του λαμπροφόρο Ανάσταση χάρισε και σε μας τη δική μας ανάσταση, ώστε, «Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος, Χριστὸς γὰρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο», διακηρύσσει και ο χρυσορρήμονας ιερός Χρυσόστομος στον περίφημο «Κατηχητικό Λόγο» του!
Ο ιερός Δαμασκηνός εξυμνεί στον υπέροχο Κανόνα του Πάσχα και το άκτιστο, το ανέσπερο, το άσβεστο, το αιώνιο, φως της Αναστάσεως, το οποίο πηγάζει από τον ζωοδόχο Τάφο του Χριστού. Το φως που καταυγάζει και φωτίζει κάθε σκοτεινό και ανήλιο χώρο και χρόνο, κάθε σκοτεινότητα, που σκιάζει η αμαρτία και η εξουσία του «άρχοντα του σκότους», του Σατανά.
Στο α΄ τροπάριο της γ΄ ωδής έγραψε: «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γη, καὶ τὰ καταχθόνια, ἑορταζέτω γοῦν πάσα κτίσις, τὴν Ἔγερσιν Χριστοῦ, ἐν ᾗ ἐστερέωται». Σύμφωνα με την παράδοση, αυτό το καταπληκτικό τροπάριο στάθηκε η αφορμή να καθιερωθεί ο Κανόνας αυτός στην αναστάσιμη ακολουθία.
Όπως είναι γνωστό, μέγας εκκλησιαστικός ποιητής και υμνογράφος υπήρξε και ο θετός αδελφός του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, ο άγιος Κοσμάς, επίσκοπος Μαϊουμά.
Έγραψαν και οι δύο Κανόνες για το Πάσχα, όμως διαβάζοντας ο άγιος Κοσμάς τον Κανόνα του αγίου Ιωάννη και φτάνοντας στο ως άνω τροπάριο «νυν πάντα πεπλήρωται φωτός…», εκστασιάστηκε, καταλήφτηκε από ουράνια αγαλλίαση, ομολόγησε την ανωτερότητα ετούτου του Κανόνα και συμφώνησε ότι αυτός θα πρέπει να καθιερωθεί και να ψάλλεται κατά τη Μεγάλη Εορτή!
Σε πολλά τροπάρια του θεσπέσιου Κανόνα ο ιερός υμνογράφος αναφέρεται στο αναστάσιμο φως. Στον ειρμό της Θ΄ ωδής, ορίζει την Θεοτόκο ως την κύρια αποδέκτη του αναστάσιμου φωτός: «Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε, Χόρευε νῦν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῆ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου». Αυτό είναι επακόλουθο, διότι η Θεοτόκος αξιώθηκε να γίνει η μητέρα, κατά σάρκα, του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Τη στιγμή του ευαγγελισμού Της από τον αρχάγγελο Γαβριήλ, με την επισκίαση του Αγίου Πνεύματος, καθαρίστηκε από κάθε ρίπο αμαρτίας και κύρια από το προπατορικό αμάρτημα, γινόμενη άσπιλη, για να σαρκωθεί ο απόλυτα άγιος Θεός στα σπλάχνα Της. Έγινε η «κεχαριτωμένη» (Λουκ.1,28), η «Αγία Αγίων», το πρότυπο και ο κανόνας της αγιότητας.
Ως εκ τούτου Αυτή υπήρξε δικαιωματικά το πρώτο ανθρώπινο πρόσωπο που αποδέχτηκε τα σωτήρια αποτελέσματα της Αναστάσεως του Χριστού και έγιναν αντιληπτά στο ιερό πρόσωπό Της. Σε Αυτή ανέτειλε η άφατη δόξα του Θεού!
Τι σημαίνει για την πίστη της Εκκλησίας μας το αναστάσιμο φως; Πως μπορούμε να το αντιληφτούμε και να βιώσουμε την σωτήρια επίδρασή του στους εαυτούς μας;
Ο Θεός είναι ταυτισμένος με το φως. «Φως ο Πατήρ, φως ο Λόγος, φως και το Άγιον Πνεύμα …», ψάλλομε στην εορτή της Πεντηκοστής. Η Θεότητα είναι «πυρ καταναλίσκον» (Εβρ.12,28), κατά τον απόστολο Παύλο, το οποίο φωτίζει, θερμαίνει και ζωοποιεί τα σύμπαντα. Μια ελάχιστη εικόνα αυτού του φωτός μας δόθηκε κατά την Θεία Μεταμόρφωση του Χριστού, όπου «ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς». Ήταν δε τέτοια η έκλαμψη, ώστε «οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα» (Ματθ.17,2).
Το αντίθετο το φωτός είναι το σκοτάδι. Αυτό για τα αισθητά μας μάτια. Αλλά υπάρχει και το πνευματικό σκοτάδι, που είναι η απουσία της χάριτος του Θεού και είναι ταυτισμένο με τον αντίδικό Του, το Σατανά, ο οποίος, μετά την αποστασία του, από φωτεινός άγγελος, μεταποιήθηκε σε σκοτεινός δαίμονας, μαζί με το αγγελικό επιτελείο, που τον ακολούθησε στην πτώση.
Το κακό είναι ταυτισμένο με το σκοτάδι, διότι γίνεται εν κρυπτώ. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης θεωρεί «τόν ἄρχοντα τοῦ σκότους ὡς ἐφευρέτην τῆς κακίας, τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου». Αυτός ευθύνεται για την εκτόπιση του φωτός από τη γη και τα σκοτεινά έργα των ανθρώπων. Για την μεταβολή του κόσμου σε κόλαση!
Ο απόστολος Παύλος τόνισε πως «ὁ θεὸς τοῦ αἰῶνος τούτου ἐτύφλωσε τὰ νοήματα τῶν ἀπίστων εἰς τὸ μὴ αὐγάσαι αὐτοῖς τὸν φωτισμὸν» του Θεού (Β΄Κρ.4,4).
Αλλά η θεία αγάπη έστειλε στον κόσμο τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος είναι «φως εκ φωτός», για να φωτίσει ξανά την σκοτισμένη ανθρωπότητα, να νικήσει τον άρχοντα του σκότους και να πλημμυρήσει τα σύμπαντα από την θεία λαμπροφόρο δόξα Του.
«Ο λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Ματθ.4,16). Ο «νοῦς τῆς πονηρίας κατασυντρίβεται καί τό σκότος διαφωτίζεται» πλέον, θα πει και πάλι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Το πυκνό πνευματικό σκοτάδι που βασίλευε για αιώνες στη Γη, φωτίστηκε και αποκαλύφτηκαν τα σκοτεινά έργα της αμαρτίας, η οποία γεννά τη φθορά και οδηγεί στο θάνατο (Ρω.6,44).
Ο Προφήτης Ησαΐας, βιώνοντας το πυκνό πνευματικό σκοτάδι του προχριστιανικού κόσμου, προείδε τον ερχομό του Μεγάλου Φωτιστή, αναγγέλλοντας: «Ιδού δέδωκά σε εις διαθήκην γένους, εις φως εθνών του είναι σε εις σωτηρίαν έως εσχάτου της γης» (Ησ.49,6).
Ο Χριστός δεν έφερε απλά το φως στον κόσμο, αλλά είναι ο Ίδιος το φως, διακηρύσσοντας: «εγώ ειμι το φως του κόσμου· ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία, αλλ ἕξει το φως της ζωής» (Ιωάν.8,12). Κι ακόμα: «ἐγὼ φῶς εἰς τὸν κόσμον ἐλήλυθα, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἐν τῇ σκοτίᾳ μὴ μείνῃ» (Ιωάν.12,46). Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει για τον Χριστό: ότι Αυτός «ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν» (Ιωάν.1,4-5).
Ο Πρόδρομος Ιωάννης, «ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν, ἵνα μαρτυρήσῃ περὶ τοῦ φωτός, ἵνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αὐτοῦ» (Ιωάν.1,7). Ο φωτοφόρος άγγελος της Αναστάσεως θα ρωτήσει τις άγιες Μυροφόρες: «Τόν εν φωτί αϊδίω υπάρχοντα, μετά νεκρών τί ζητείτε ως άνθρωπον;».
Το φως του Χριστού φωτίζει τα πρόσωπα των ανθρώπων που είναι δεκτικοί της πίστεως προς Αυτόν και για τούτο ο Ίδιος διαβεβαίωσε πως «υμείς εστε το φως του κόσμου… οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ.5,14-16). Και διαβεβαίωσε ότι «οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὐτῶν» (Ματθ.13,43).
Ο απόστολος Παύλος αναφέρει πως πριν έρθει ο Χριστός στον κόσμο, βασίλευε το πνευματικό σκοτάδι. Αλλά «ἦτε γάρ ποτε σκότος, νῦν δὲ φῶς ἐν Κυρίῳ· (πλέον) ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Εφ.5,8). Τώρα, τα «πάντα ἐλεγχόμενα ὑπὸ τοῦ φωτὸς φανεροῦται· πᾶν γὰρ τὸ φανερούμενον φῶς ἐστι» (Εφ.5,10).
Και επίσης: «Ο Θεός ο ειπών εκ σκότους φως λάμψαι, ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού» (Β΄ Κορ.4,6). Ο Αναστημένος Κύριός μας είναι ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Οποίος λάμπει ως τα πέρατα της δημιουργίας το ζωτικό και απολυτρωτικό του φως.
Το αναστάσιμο φως είναι ο προάγγελος του εσχατολογικού ανεσπέρου φωτός. Ο ιερός συγγραφέας του εσχατολογικού βιβλίου της Αποκαλύψεως, άγιος Ιωάννης, προείδε το φώς της ουράνιας βασιλείας: «καὶ ἡ πόλις οὐ χρείαν ἔχει τοῦ ἡλίου οὐδὲ τῆς σελήνης ἵνα φαίνωσιν αὐτῇ· ἡ γὰρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτήν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς τὸ ἀρνίον… νὺξ γὰρ οὐκ ἔσται ἐκεῖ» (Αποκ.21,23-26) και «καὶ νὺξ οὐκ ἔσται ἔτι, καὶ οὐ χρεία λύχνου καὶ φωτὸς ἡλίου, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς φωτιεῖ αὐτούς, καὶ βασιλεύσουσιν εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» (Αποκ.22,5).
Ο ιερός υμνογράφος αναφέρει πως το αναστάσιμο φως έφτασε και ως τα καταχθόνια τρομερά δώματα του ανήλιου Άδου, όπου διέλυσε και τα εκεί φρικτά σκοτάδια.
Ο απόστολος Παύλος διακήρυξε με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο: «ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος; τὸ δὲ κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία, ἡ δὲ δύναμις τῆς ἁμαρτίας ὁ νόμος. τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ διδόντι ἡμῖν τὸ νῖκος διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ» (Α΄Κορ.15,55-57)!
Και ο ιερός Χρυσόστομος θα συμπληρώσει: «Μηδείς οδυρέσθω πταίσματα˙ συγνώμη γάρ εκ του τάφου ανέτειλε. Μηδείς φοβείσθω θάνατον˙ ηλευθέρωσε γάρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν, υπ’ αυτού κατεχόμενος. Εσκύλευσε τον άδην ο κατελθών εις τον άδην. Επίκρανεν αυτόν, γευσάμενον της σαρκός αυτού» (Κατηχητικός Λόγος).
Η λυτρωτική δύναμη του αναστημένου Χριστού και το έργο της σωτηρίας, έφτασε και ως τον Άδη. Μετά την εκπνοή Του επί του σταυρού, η ψυχή του Κυρίου κατέβηκε στο βασίλειο των νεκρών, σαφέστατη διδασκαλία του αποστόλου Πέτρου: «θανατωθείς μεν σαρκί, ζωοποιηθείς δε πνεύματι΄ εν ω και τοις εν τη φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν» (Α΄Πέτρ.3,18).
Το ίδιο βεβαιώνει και ο απόστολος Παύλος: Ο Χριστός «κατέβη πρώτον εις τα κατώτατα μέρη της γης» (Εφεσ.4,9), σύμφωνα με την αντίληψη της εποχής, ότι ο Άδης βρίσκεται στα έγκατα της γης.
Εκεί ο Κύριος κατά την τριήμερο παραμονή Του συνέχισε και στον κόσμο των πνευμάτων το απολυτρωτικό Του έργο. Κήρυξε το ευαγγέλιο της σωτηρίας και στους απ’ αιώνος νεκρούς.
Όπως στον κόσμο των ζωντανών έτσι και στον κόσμο των νεκρών υπήρξαν εκείνοι που πίστεψαν και εκείνοι που αρνήθηκαν το κήρυγμά Του. Κατά την λαμπροφόρο Ανάστασή Του ανέβασε μαζί Του όσους πίστεψαν σ’ Αυτόν. «εισήλθεν ο βασιλεύς της δόξης ώσπερ άνθρωπος, και πάντα τα σκοτεινά του Άδου εφωτίσθησαν» (Evang.Nicodimi, Pars II, cap.V (XXI)3), αναφέρει πρωτοχριστιανικό κείμενο.
«Εσείς οι καθήμενοι στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου υποδεχτείτε το μέγα Φως», τονίζει πανηγυρικά ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου. Ο ιερός υμνογράφος τονίζει πως, χάριν της άμετρης φιλανθρωπίας του Χριστού, «οι ταις του άδου σειραίς συνεχόμενοι δεδορκότες, προς το φως ηπείγοντο, αγαλλομένω ποδί, Πάσχα κροτούντες αιώνιον».
Οι απ’ αιώνος αλυσοδεμένοι νεκροί στον σκοτεινό Άδη, όταν αντίκρισαν το φως του Χριστού, έσπευσαν προς Αυτόν αλαλάζοντας από άφατη χαρά και χειροκροτώντας το πέρασμά από τον θάνατο στην αιώνια ζωή!
Ο Χριστός, «συνανέστησεν, παγγενή τόν Αδάμ, αναστάς εκ τού τάφου», δηλαδή, όλους μας ήδη μας έχει καταστήσει αναστημένους, διότι «διά Πάθους τό θνητόν, αφθαρσίας ενδύει ευπρέπειαν». Ετούτο το ταπεινό και σεσαθρωμένο από την αμαρτία σαρκίο μας είναι ντυμένο πια με ένδυμα αφθαρσίας και ευπρέπειας. Μας έδωσε αιώνια βασιλική προοπτική.
Πριν από την Ανάσταση του Κυρίου μας ήταν «φοβερός ὁ θάνατος τῷ ἀνθρώπῳ» μετά από αυτήν, καθίσταται «φοβερός ὁ ἄνθρωπος τῷ θανάτῳ», αναφέρει ένας θαυμάσιος εκκλησιαστικός ύμνος! Γνωρίζουμε, πιστεύουμε και ομολογούμε ότι «εἰ δὲ ἀπεθάνομεν σὺν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καὶ συζήσομεν αὐτῷ, εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει» (Ρωμ.6,8-9)!
Ως συνειδητοί πιστοί καλούμαστε, «εν τή ευσήμω ημέρα τής εγέρσεως, βασιλείας τε Χριστού κοινωνήσωμεν», να γίνουμε κοινωνοί των αστείρευτων δωρεών της Αναστάσεως του Κυρίου μας, ως την απαρχή της ατελεύτητης βασιλείας Του!
Να ανοίξουμε τους πνευματικούς μας οφθαλμούς να δούμε το ανέσπερο απαστράπτον αναστάσιμο φως, κάνοντας χώρο στις καρδιές μας να εισέλθει, για να λαμπρύνει τις υπάρξεις μας.
Να μας αποκολλήσει από τα ολέθρια δεσμά της αμαρτίας, η οποία μόνο πόνο, βάσανα και φθορά μας προκαλεί.
Να αξιωθούμε να γίνουμε δεκτικοί του αναστάσιμου φωτός, βιώνοντάς το εσαεί, ως χαρά, ελπίδα, παρηγοριά, αισιοδοξία, ιλαρότητα, ηρεμία, στις ψυχές μας, έχοντας κατά νουν ότι ο Χριστός με την ανάστασή Του κατατρόπωσε και αποδυνάμωσε τον δυνάστη Σατανά και κατάργησε το θάνατο, τον έσχατο και χείριστο εχθρό μας, ότι, «έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος», λέγει ο απόστολος Παύλος (Α΄Κορ.15, 26).
Έτσι καμιά αντιξοότητα της παρούσης ζωής δεν θα πρέπει να μας απελπίζει, διότι όλες οι αντιξοότητες και τα προβλήματα είναι μηδαμινά, σε σχέση με το θάνατο και εφόσον αυτός έχει καταργηθεί, δεν δικαιολογείται στον πιστό καμιά ανησυχία, καμιά απελπισία, καμιά κατήφεια!
Ως εκ τούτου, την αγία και πανσεβάσμια ετούτη ημέρα, «Προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι τω προϊόντι Χριστώ εκ του μνήματος ως νυμφίω, και συνεορτάσωμεν ταις φιλεόρτοις τάξεσι, Πάσχα Θεού το σωτήριον»!
Χριστός Ανέστη – Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!
Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου – Καθηγητού
ΠΗΓΗ: romfea.gr
Comments