top of page

Το απύθμενο βάθος της Θείας αγάπης


Την δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου όρισε η Αγία μας Εκκλησία να ποιούμε ανάμνηση της πλέον θαυμαστής και ψυχοσωτήριας παραβολής Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, του Ασώτου υιού του Ευαγγελίου (Λουκ.15,11-33).


Μετά τη διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, που ακούσαμε την προηγούμενη Κυριακή, για την αποκοπή του πάθους της υπερηφάνειας και εγωπάθειας, έρχεται η Αγία μας Εκκλησία να μας διδάξει το άμετρο έλεος του Θεού, το οποίο προσελκύει η ευλογημένη μετάνοια.

Αφού ο πιστός συναισθανθεί τον όλεθρο της εγωπάθειας και κατανοήσει την ανάγκη της ταπεινότητας, μπορεί να οδηγηθεί στο επόμενο στάδιο, να μάθει και να βιώσει την άμετρη αγάπη του Θεού.

Η παραβολή του Ασώτου, σύμφωνα με τον Καθηγητή κ. Κ. Δεσπότη, «αναφέρεται, με απαράμιλλο τρόπο, στα κεντρικότερα θέματα της βιβλικής σωτηριολογίας: στην άνευ όρων ευσπλαχνία του Θεού και στη μετανοημένη επιστροφή του ανθρώπου προς αυτόν.

Ιδιαίτερα τονίζεται το στοιχείο της χαράς του πατέρα, δηλαδή του Θεού, και του γιου του που επιστρέφει στο σπίτι».

Την διέσωσε ο ευαγγελιστής Λουκάς στο Ευαγγέλιό του (18ο κεφ.) και φανερώνει το απύθμενο βάθος του θείου ελέους και διαλύει τα ερέβη της απελπισίας, που σπέρνει ο διάβολος στις ψυχές των αμαρτωλών, ότι δήθεν δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας για τον αμαρτωλό, ότι αυτός είναι οριστικά χαμένος, ότι δήθεν είναι μισητός από το Θεό και ως εκ τούτου μπορεί να εμμένει στην δίνη της αμαρτίας και να οδεύει προς τον θάνατο.

Ο Χριστός δίδαξε την παραβολή του Ασώτου να αποσπάσει τον άνθρωπο από τις λαθεμένες, τις απαράδεκτες αντιλήψεις, που είχε σχηματίσει, στο διάβα των αιώνων του πνευματικού σκοτασμού του, για το Θεό.

Αφότου αποσκίρτησε από Αυτόν, με την πτώση του, γρήγορα λησμόνησε την σχέση αγάπης, αμεσότητας και κοινωνίας που είχε μαζί Του στον Παράδεισο και δημιούργησε, στο σκοτισμένο από την αμαρτία και την πνευματική αλλοτρίωση μυαλό του, εικόνα φόβητρου για Εκείνον.

Είναι χαρακτηριστική άλλωστε η φράση του Αδάμ, μετά την παρακοή «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην» (Γεν.3,10).

Ήταν η πρώτη φορά που ένοιωσε αυτό το φοβερό συναίσθημα, το φρικτό υπαρξιακό του κενό, την στέρηση της ασφάλειας που είχε η κοινωνία του με το Θεό.

Αυτή η φρίκη θα τον συνοδεύει πλέον σε κάθε στιγμή της ζωής του και θα τον βασανίζει ανηλεώς.

Έτσι δεν θα τον συνδέει πλέον με το Θεό η χαρά, η ασφάλεια, η ιλαρότητα, η αγάπη, αλλά βαθύ και βασανιστικό αίσθημα φόβου, τρόμου, ενοχών, αίσθηση μίσους εναντίον του και εκδικητική μανία από μέρους του Θεού.

Αυτή η φρίκη είναι αποτυπωμένη σε όλες τις θρησκείες, που ο πτωτικός άνθρωπος δημιούργησε, για να γεφυρώσει ανεπιτυχώς το αγεφύρωτο χάσμα που είχε ανοιχτεί ανάμεσά τους. Όλοι οι «θεοί» των ειδωλολατρικών θρησκευμάτων, όχι μόνο δεν είχαν αγαθή φύση, αλλά διακατέχονταν από απίστευτες κακότητες. Και τούτο διότι, ήταν ποιημένοι κατ’ εικόνα και ομοίωση των κακών ανθρώπων, που τους δημιουργούσαν, αντανακλάσεις των δικών τους κακοτήτων, αθλιοτήτων και παθών.

Πιστεύονταν ότι διέπρατταν τα ειδεχθέστατα των εγκλημάτων (γενοκτονίες, φόνους, απάτες, μοιχείες, πορνείες, αιμομιξίες, βιασμούς, κτηνοβασίες, κλοπές, κ.α.), ώστε σύγχρονος επίσκοπος είχε σημειώσει, πως αν δικάζονταν από σημερινά δικαστήρια θα καταδικάζονταν με τις μέγιστες των ποινών!

Κι’ ακόμα, όπως αναφέρει διακεκριμένος συγγραφέας, οι αρχαίοι απέφευγαν να μιμούνται, ως προς το ήθος τους, τους «θεούς», και οσάκις τους μιμήθηκαν μετέβαλλαν την κοινωνία σε κόλαση!

Οι «θεοί» ήταν προπάντων μισάνθρωποι. Μισούσαν και ζήλευαν τους ανθρώπους και επιδίωκαν να τους στέλνουν συμφορές και τιμωρίες.

Αυτή η αντίληψη έσπερνε στους ανθρώπους την ανησυχία, το φόβο για την «θεία» εκδικητικότητα και για τούτο είχαν επινοήσει φρικτές τελετουργίες, όπως ανθρωποθυσίες, για να κατευνάσουν την μήνη τους.

Δεν είναι τυχαίες έννοιες και εκφράσεις, όπως «θεομηνίες», που έφτασαν ως τις μέρες μας.

Αλλά και οι Εβραίοι, παρά το γεγονός ότι είχαν λάβει μέρος της θείας αποκαλύψεως, δεν μπορούσαν να μην θεωρούν το Θεό ως ένα υπερκόσμιο φόβητρο.

Η έννοια του «φόβου Θεού» είναι διάσπαρτη στα ιερά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης.

Αντίθετα με αυτές τις λαθεμένες ανθρώπινες αντιλήψεις ο Θεός υπάρχει αιωνίως ως αγάπη, «ο Θεός αγάπη εστί» (Α΄Ιωάν.4,16) και ποτέ δεν έπαψε να αγαπά το πλανεμένο πλάσμα του, τον αποστατημένο άνθρωπο.

Από άμετρη αγάπη γ’ αυτόν, έστειλε τον Υιό Του στον κόσμο να απολυτρώσει το ανθρώπινο γένος από την αιχμαλωσία του Σατανά, την δουλεία της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο. «Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ θεὸς τὸν κόσμον ὥστε τὸν υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ιωάν.3,16) και «τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν» (Ρωμ.8,32).

Η σωτηρία μας λοιπόν είναι προϊόν της θείας αγάπης! Μόνο υπ’ αυτή την προοπτική μπορεί να γίνει κατανοητή η θεία κένωση (Φιλιπ.2,1), η σωτήρια ενέργεια του Θεού, η «έξοδός» Του από τη θεία μακαριότητά Του!

Κατά τον ιερό Χρυσόστομο: «Εμείς στερηθήκαμε το γνώρισμα της υιότητας, Εκείνος το της πατρότητας δεν απέβαλε»!

Ο άνθρωπος κατέστη αδύνατος να αυτολυτρωθεί και αυτή την αδυναμία την αναλαμβάνει η θεία αγάπη, η οποία φτάνει μέχρι του σταυρικού θανάτου του Χριστού, «θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ.2,2).

Η θαυμάσια εικόνα του στοργικού πατέρα της παραβολής του ασώτου υιού, μας βοηθά να καταλάβουμε ότι υπάρχει για όλους εμάς τους ανθρώπους ο Ουράνιος στοργικός Πατέρας μας, ο Θεός της αγάπης και των οικτιρμών, ο Οποίος «λειώνει» από στοργή και αγάπη για μας και περιμένει με λαχτάρα το γυρισμό μας κοντά Του!

Επειδή μας αγαπά, μας έπλασε ελεύθερους, ακόμα και να μπορούμε να απομακρυνθούμε από Αυτόν, δίνοντάς μας και το «μερίδιο της περιουσίας μας».

Να μπορούμε να μεταναστεύσουμε σε «χώρες μακρινές», να σπαταλήσουμε με ασωτίες ό, τι κληρονομήσαμε από Αυτόν.

Να πεινάσουμε και να καταντήσουμε βρωμεροί «βοσκοί χοίρων», τρεφόμενοι με τα ξυλοκέρατα της αμαρτίας.

Παρά ταύτα, δεν θα μας μισεί. Πνίγει τον «πόνο» για την κατάντια μας στα στοργικά του στήθη και θα περιμένει τον γυρισμό μας.

Και όταν πάρουμε τη μεγάλη απόφαση του γυρισμού, θα εξέλθει του αρχοντικού Του, να μας προϋπαντήσει, να μας αγκαλιάσει, να μας φιλήσει, όντας βρωμεροί και τρισάθλιοι, από το βούρκο των αμαρτιών μας, να μας βγάλει τα κουρέλια μας, να μας ντύσει πολυτελή ενδύματα, να μας φορέσει το δακτυλίδι, δείγμα της αρχοντικής μας καταγωγής, να μας παραθέσει πλουσιότατο δείπνο, σφάζοντας το πιο διαλεχτό μοσχάρι και να οργανώσει λαμπρό γλέντι για χάρη μας!

Η σημαντική λεπτομέρεια της παραβολής είναι ότι ο στοργικός πατέρας, όταν υποδέχτηκε τον άσωτο γιο του, δεν του ζήτησε εξηγήσεις για την φυγή του και την άσωτη ζωή του.

Και επειδή ήξερε ότι ο αγαπημένος γιός του δεν ήξερε τι έκανε, όταν έφυγε από κοντά του.

Νόμιζε λαθεμένα ότι δι’ αυτού του τρόπου και μακριά από τον αγαθό και στοργικό πατέρα του θα πραγμάτωνε τον εαυτό του.

Το σφάλμα του γιου του ήταν η συσκότιση του νου του και επειδή αυτός «ήλθεν εις εαυτόν», ήρθε στα συγκαλά του, κατάλαβε το λάθος του, μετανόησε, τον δέχτηκε άκριτα και ατιμωρητί!

Δεν είχε κανένα νόημα ο έλεγχος, ή το χειρότερο οι επιβαλλόμενες τιμωρίες, που επισείον οι πράξεις του!

Τίποτε από όλα αυτά! Φτάνει που γύρισε, καθότι «νεκρός ην και ανέζησε και απολωλός και ευρέθη» (Λουκ.18,24)!

Ο άσωτος γιος του ζήτησε να γίνει δούλος του, αλλά εκείνος τον αποκατέστησε στη θέση του παιδιού του!

Σύμφωνα με τον Νικόλαο Καβάσιλα: «Ο Θεός είναι: πιο στοργικός από κάθε φίλο, πιο δίκαιος από κάθε κυβερνήτη, πιο τρυφερός από κάθε πατέρα, πιο πολύ μέλος μας από όσο τα ίδια μας τα μέλη, πιο αναγκαίος σε εμάς από την ίδια την καρδιά μας».

Ο αντίδικος διάβολος επιτίθεται «ως λέων ωρυόμενος» (Α΄Πετρ.5,8) κατά του ανθρώπου, τον πολεμά με λύσσα και δεν τον αφήνει να έρθει «εις εαυτόν».

Του βάζει άπειρα εμπόδια, για να του ματαιώσει κάθε διάθεση μετάνοιας.

Το χειρότερο και πλέον αποτελεσματικό εμπόδιο, που του βάζει, είναι η απελπισία.

Βάζει στο μυαλό του αμαρτωλού απαισιόδοξες σκέψεις και ιδέες, ότι δήθεν ο Θεός τον μισεί και δεν θα τον συγχωρήσει για την αμαρτωλότητά του, κρατώντας τον δέσμιο της αμαρτίας και του κακού.

Όμως ο αμαρτωλός, το πρώτο πράγμα που έχει να σκεφτεί, είναι ότι ο Θεός ποτέ δεν έπαψε να τον αγαπά και τον προσμένει εναγωνίως να επιστρέψει στις στοργικές του αγκάλες.

Να στηρίξει τις ελπίδες του στο απύθμενο θείο έλεος, το οποίο μπορεί να σβήσει ακόμα και το μεγαλύτερο κρίμα.

Αυτή είναι η ορθόδοξη διδασκαλία και πίστη για την άμετρη αγάπη του Θεού και την σωτηρία μας, ως καρπό αυτής της αγάπης.

Αντίθετα, στην αιρετική ετεροδοξία και κύρια στον αιρετικό δυτικό Χριστιανισμό, η έννοια της αγάπης έχει πνιγεί στην έννοια της δικονομίας, της νομικής σχέσης του Θεού με τον άνθρωπο και τανάπαλιν.

Με την άκρως βλάσφημη σχολαστική διδασκαλία «περί της ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης», ο Θεός δεν είναι αγάπη, αλλά άτεγκτη δικαιοσύνη, η οποία.

Επειδή έχει προσβληθεί από την αμαρτία μας, διψά για την ικανοποίησή της και ηδονίζεται ακούγοντας τις κραυγές των αμαρτωλών στην κόλαση!

Η αμαρτία δεν λογίζεται ως αστοχία, ως λαθεμένη επιλογή, ως ασθένεια της ψυχής, η οποία χρήζει θεραπείας, αλλά παράβαση νόμου και ως εκ τούτο ο αμαρτωλός, ανάλογα με την βαρύτητα της αμαρτίας, οφείλει να υποστεί ποινή, να «πληρώσει» για να «εξιλεωθεί»!

Η εικόνα του Θεού της αγάπης, που διδάσκει η παραβολή του ασώτου, δεν γίνεται δεκτή από τον δυτικό Χριστιανισμό.

Εξυπακούεται πως η βλάσφημη αυτή θεώρηση για τον «οργίλο Θεό», γέννησε δεκάδες άλλες πλάνες (καθαρτήριο, αξιομισθία των αγίων, συγχωροχάρτια, κλπ) και το χειρότερο: οδήγησε, δικαιολογημένα, στην άρνηση της ύπαρξής του και στην μαχητική αθεΐα!

Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς έγραψε: «Ίσως το τραγικότερο έγκλημα στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους είναι η συκοφαντία αυτού του Θεού και της αγάπης Του, όπως έγινε από τον Δυτικό χριστιανισμό κατά τον Μεσαίωνα, αλλά και αργότερα. Ο Θεός της αγάπης και της συγγνώμης έγινε ξαφνικά ένας Θεός τιμωρός και ένας πατέρας σαδιστής που περιμένει να τιμωρήσει τον αδύναμο και αμαρτωλό άνθρωπο. Η αθεΐα ως φαινόμενο εμφανίστηκε βασικά ως άρνηση αυτού του ψεύτικου Θεού. Γιατί αλήθεια ποιος θα αρνούνταν έναν Θεό σαν τον πατέρα του Ασώτου; Τον Θεό της αγάπης, τον Θεό που σαρκώθηκε και πέθανε πάνω στον Σταυρό για τον αμαρτωλό άνθρωπο, τον Θεό που μας περιμένει, όπως ο πατέρας του Ασώτου. Περιμένει να γυρίσουμε όλοι οι άσωτοι στην οικία μας, την Εκκλησία Του».

Η παραβολή του ασώτου υιού είναι από τα βασικότερα κεφάλαια της Αγίας Γραφής.

Κάποιοι, δικαίως υποστηρίζουν, πως αν χάνονταν ολόκληρη η Αγία Γραφή, και διασώζονταν αυτή η παραβολή θα ήταν ικανή να διδάξει την οδό της σωτηρίας σε κάθε αμαρτωλό.

Η παραβολή αυτή αποτελεί την πεμπτουσία του σχεδίου της θείας οικονομίας.

Διορθώνει τη λαθεμένη περί Θεού αντίληψη, αποκαλύπτοντας το Θεό ως στοργικό πατέρα, ο οποίος δέχεται τη μετάνοια των αμαρτωλών και τους αποκαθιστά στη βασιλεία Του.

Διδάσκει τη μετάνοια, ως την μέγιστη δωρεά του Θεού προς ημάς, για να μπορούμε να σηκωνόμαστε κάθε φορά που πέφτουμε.

Είναι η δυναμική ανανέωση του Ιερού Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Γι’ αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν με έμφαση τη διαρκή μετάνοια.

Αυτή την ιερή περίοδο η αγία μας Εκκλησία μας καλεί να έρθουμε και εμείς «εις εαυτόν», να μετανοήσουμε για τις αμαρτωλές και άσωτες επιλογές μας, να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσουμε στο σπίτι του πατέρα μας, έχοντας την ακράδαντη πεποίθηση ότι έχουμε Πατέρα στους ουρανούς, «δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών» (Εβρ. 4, 15) και την διαρκή μακάρια και ελπιδοφόρα ενθύμηση ότι, «χαρά έσται εν τώ ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι ή επί ενενήκοντα εννέα δικαίοις, οίτινες ου χρείαν έχουσιν μετανοίας» (Λουκ.15,7)!


Λάμπρου Κ. Σκόντζου στην Romfea.gr

Θεολόγου - Καθηγητού

Πρόσφατα άρθρα
bottom of page